Εξωπραγματικοί γεωλογικοί σχηματισμοί, εκκλησίες κι ασκηταριά λαξευμένα στον μαλακό ψαμμόλιθο κι ένας λαός φτωχός αλλά γελαστός και φιλόξενος αρκούν για να μετατρέψουν ένα ταξίδι στα βάθη της Τουρκίας σε αξέχαστη εμπειρία...
Στις χαμένες πατρίδες της Ανατολίας
Το τοπίο θυμίζει άλλον πλανήτη: ένα απέραντο οροπέδιο γεμάτο φαράγγια και αβυσσαλέα χάσματα, σπαρμένο με κούφιους παράξενους βράχους. Είναι αμέτρητοι, φαλλόσχημοι, κωδωνόσχημοι ή πυραμιδοειδείς και στέκουν επί αιώνες ακλόνητοι. Είναι ο παράδεισος του γεωλόγου, του τυμβωρύχου ή κάποιου που θα ήθελε να κρυφτεί...
Οι άνεμοι εδώ πιάνουν τρελές ταχύτητες. Κατεβαίνουν από βουνά θεόρατα σαν το Ερκίς (Αργαίος) των 3.900 μ. και το Χασάν Νταγ. Η γη είναι άγονη και η χλωρίδα όμοια με εκείνη των στεπών.
Σ’ ένα τόσο ακραίο και τραχύ περιβάλλον αναρωτηθήκαμε τι είδους άνθρωποι επιβιώνουν. Οταν στο πρώτο καφενείο που μπήκαμε, στο Γκιόρεμε, μας καλωσόρισε ένα γαλανό βλέμμα ολόιδιο με κάποιου συγγενή μας στη Μάνη, κι από πίσω του ακολουθούσε γερουσία με ανάλογο ντύσιμο (τραγιάσκα, μαγκούρα) και συμπεριφορά (τάβλι, πρέφα και χωρατά) πήραμε την απάντηση! Ανθρωποι που μας μοιάζουν πολύ! Και δεν βρισκόμασταν πια στα Μικρασιατικά παράλια, όπου σίγουρα η ομοιότητα είναι αναμενόμενη, αλλά στα βάθη της Ανατολίας, πιο πέρα κι από την Κόκκινη Μηλιά.
Η περιοχή της Κεντρικής Ανατολίας μεταξύ των πόλεων Ακσαράι, Νίγδη, Νεβσεχίρ και Καισάρεια ονομάζεται εδώ και 4.000 χρόνια Καππαδοκία. Ο Ελληνισμός υπάρχει εδώ, από τα χρόνια του Μεγαλέξανδρου και ξεριζώθηκε πριν από μόλις 85 χρόνια, με τις ανταλλαγές πληθυσμών που επέβαλε η συνθήκη της Λοζάνης. Μα υπάρχει ακόμη η μνήμη του κρυμμένη σε τούτα τα αλλόκοτα βράχια, καθώς όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, σ’ όποιο λαγούμι κι αν μπεις, μια αγιογραφία, μια επιγραφή, ένας σταυρός σκαλισμένος στο πέτρωμα φανερώνουν τους αιώνες που ετούτος ο τόπος αποτελούσε μια από τις πολλές ελληνικές πατρίδες.
Υπάρχει και κάτι άλλο που κάνει αυτή την περιοχή μοναδική στον κόσμο: η Καππαδοκία με την ύπαρξή της, μας διδάσκει την απόλυτη προσαρμοστικότητα του προβιομηχανικού ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον. Χωρίς αυθάδεια και έπαρση οι παλιοί κάτοικοι της περιοχής μεταμόρφωσαν αυτό το γεωλογικό θαύμα σε σπίτια, εκκλησίες, κελιά και υποστατικά. Το αλλόκοτο και το ανοίκειο που βρήκαν, σκάβοντάς το σιγά σιγά με τη σμίλη τους, το κατέστησαν ιδανικό καταφύγιο.
Οι υπόσκαφες βυζαντινές εκκλησίες
Το Γκιόρεμε (Κόραμα) βρίσκεται 10 χλμ. ανατολικά του Νεβσεχίρ (Νύσσα). Σε μικρή απόσταση από τον σημερινό οικισμό απλώνεται το ομώνυμο υπαίθριο μουσείο που αποτελεί μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Εδώ θα βρείτε τις περισσότερες και σημαντικότερες υπόσκαφες βυζαντινές εκκλησίες της Καππαδοκίας. Κτίστηκαν μεταξύ 7ου και 13ου αι. και σε αρκετές σώζεται μεγάλο μέρος του αγιογραφικού τους διάκοσμου.
Ξεχωρίζουν η εκκλησία του Ελμαλί με τους τέσσερις κίονες και τις νωπογραφίες από ερυθρή ώχρα, μια τεχνική που απαντάται και στα μικρότερα παρεκκλήσια της Αγίας Βαρβάρας και του Αγίου Βασιλείου.
Ο ναός του Αγίου Ονουφρίου (Γιλανλί) στις νωπογραφίες του οποίου διακρίνονται οι ερημίτες άγιοι της Ορθοδοξίας και η περίφημη Μαύρη ή Σκοτεινή εκκλησιά (Καρανλίκ), που ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του ελάχιστου φωτισμού της από έναν πολύ μικρό φεγγίτη.
Η τελευταία είναι σταυροειδής και ακριβώς λόγω του σκοταδιού της, οι αγιογραφίες της διατήρησαν στο ακέραιο τους χρωματισμούς τους. Για την περιήγηση στις βραχοκλησιές του Γκιόρεμε θα χρειαστείτε τουλάχιστον 2 ώρες.
Στα βόρεια του Γκιόρεμε και πριν φτάσετε στην κωμόπολη Αβανός, φημισμένη για τα κεραμικά και την ταπητουργία της, υπάρχει άλλη μια συστοιχία από βραχόσπιτα, ναούς κι ασκηταριά που χρησιμοποιήθηκαν από τους παλιούς Καππαδόκες. Βρίσκεται στη θέση Ζέλβη και η πρόσβαση γίνεται οδικώς μόνο από τη δεύτερη διακλάδωση για την κοιλάδα, καθώς η πρώτη είναι κλειστή λόγω των συχνών καθιζήσεων.
Το Γκιόρεμε απέκτησε τουριστική υποδομή πολύ πρόσφατα κι αυτό χάρη στους μπακπάκερ που έβρισκαν τα ξενοδοχεία στο Οργκιούπ και το Νεβσεχίρ ακριβά. Αρχισαν λοιπόν να χτυπάνε την πόρτα και να ζητούν φιλοξενία στις αγροικίες του Αβσιλάρ, ενός οικισμού μόλις 1,5 χλμ. από την είσοδο του υπαίθριου μουσείου. Ετσι το χωριό σταδιακά ταυτίστηκε με το σημαντικότερο αξιοθέατο της Καππαδοκίας και το αρχικό του όνομα ξεχάστηκε.
Το Οργκιούπ (Προκόπι) είναι μια γραφική κωμόπολη 15.000 κατοίκων που έχει αδελφοποιηθεί με τη Λάρισα. Διαθέτει πολλά εμπορικά καταστήματα, ταβέρνες, καφενεία, υπαίθρια παζάρια και κέντρα διασκέδασης, καθώς εδώ χτυπά η καρδιά της τουριστικής κίνησης που αφορά την Καππαδοκία.
Επισκεφτείτε το κάστρο Καντί στην κορυφή του λόφου, το Καραμανογκουλαρί τζαμί, το μαυσωλείο Αλτικαπί και τη βιβλιοθήκη του Ταχσίν Αγά. Τα περισσότερα από τα νεοκλασικά σπίτια που υπάρχουν εδώ ανήκαν κι αυτά κάποτε σε Ελληνες, όπως προκύπτει από τα οικόσημα και τις επιγραφές που σώζονται ακόμη.
Πέντε χλμ. νότια του Προκοπιού βρίσκεται το Μουσταφά Πασά (Σινασσός). Μια πολίχνη με εμφανή τα σημάδια του άλλοτε ακμάζοντος ελληνικού στοιχείου στα πολλά αρχοντικά της και στις δύο καλοδιατηρημένες εκκλησίες της.
Η τρίκλιτη βασιλική στην κεντρική αγορά είναι αφιερωμένη στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη και υπήρξε έδρα μητροπόλεως. Εξω από τον οικισμό είναι και ο υπόσκαφος ναός του Αγίου Βασιλείου, με αγιογραφίες που δυστυχώς έχουν βεβηλωθεί.
Τόπος μαρτύρων και Αγίων
«Η γη που τρέφει όμορφα άλογα», μια φράση η οποία στα αρχαία περσικά αποδίδεται με τον όρο «κατ-πατούκια» ονομάτισε την Καππαδοκία η οποία πριν γίνει ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή και τέλος τουρκική, ήταν μια επαρχία ξακουστή για την ιπποτροφία της, στην επικράτεια των Χετταίων και των Μήδων.
Τον 1ο αι. μ.Χ. ο εξελληνισμός της περιοχής υπήρξε πλήρης δεδομένου ότι και οι εβραϊκές κοινότητες που ιδρύθηκαν εδώ ήταν ελληνόφωνες, γεγονός που επηρέασε καταλυτικά την αρχική εξάπλωση του Χριστιανισμού.
Στη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής, την Καισάρεια, ιδρύθηκε η πρώτη μητρόπολη της νέας θρησκείας στη Μικρά Ασία. Κι εδώ διέπρεψαν με τον βίο και την πολιτεία τους άνδρες που πέρασαν στην ιστορία ως «Μεγάλοι Καππαδόκες Αγιοι», όπως οι ιεράρχες Λεόντιος και Ευσέβιος, ο Μέγας Βασίλειος και οι κορυφαίοι μυστικοί θεολόγοι της Ορθοδοξίας, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Γρηγόριος ο Νύσσης. Σε όλο το βυζαντινό θέμα τότε, ιδρύθηκαν φιλανθρωπικά και ευαγή ιδρύματα, βιβλιοθήκες και μοναστήρια. Ταυτόχρονα οι αυτοκράτορες, εκτιμώντας την γεωστρατηγική θέση της περιοχής στην αντιμετώπιση πρώτα των Περσών και μετά των Αράβων, την κατέστησαν κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης, έκτισαν κάστρα και μοίρασαν κτήματα στους περίφημους Ακρίτες του βυζαντινού ελληνισμού.
Μετά την ήττα του Ρωμανού Διογένη στο Μαντζικέρτ της Αρμενίας, τον 11ο αι. διείσδυσαν στην περιοχή οι Σελτζούκοι Τούρκοι, αλλά δεν παρέμειναν πολύ. Προτιμούσαν τις εύφορες πεδιάδες του Ικονίου για να ιδρύσουν το κράτος τους, το οποίο ενίοτε συμμαχούσε με τους Βυζαντινούς. Μόνο μετά τη συνθήκη της Λοζάνης αλλοιώθηκε οριστικά η πληθυσμιακή σύσταση της περιοχής, η οποία ανέκαθεν υπήρξε πολυφυλετική.
Μέχρι το 1924 η Καππαδοκία, εκτός από Τουρκομάνους επήλυδες, φιλοξενούσε πάρα πολλούς Ελληνες. Ακολουθούσαν οι Κούρδοι, οι Αρμένιοι, οι Εβραίοι και χριστιανοί Σύροι.
Μια αναλαμπή των ελληνικών κοινοτήτων που εκδηλώθηκε από τα μέσα του 19ου αι. χάρη στη δράση εθνικών ευεργετών όπως οι Θ. Ροδοκανάκης και Σ. Σιντόσογλου και ο μητροπολίτης Ευστάθιος, διακόπηκε βάναυσα από τους Νεότουρκους τον καιρό της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Σήμερα η Καππαδοκία κατοικείται από εκτουρκισμένους γηγενείς, Τούρκους, Κούρδους, Κιρκάσιους και Ρομά. Δεν ακούσαμε πουθενά τη λεγόμενη καππαδοκική διάλεκτο που συγγενεύει με τα ελληνικά του Πόντου.
Οταν η φύση κάνει γλυπτική
Η γεωλογική διαμόρφωση της Καππαδοκίας αποδίδεται στην έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην περιοχή πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια. Οπως οι συνομήλικές τους Αλπεις, έτσι και η οροσειρά του Ταύρου και του Αργαίου κάποτε ήταν ενεργά ηφαίστεια που έβγαζαν ατέλειωτους τόνους λάβας και μάγματος.
Οι ηφαιστειολόγοι έχουν εντοπίσει τους μεγαλύτερους σβησμένους πια κρατήρες σε κορυφές που σήμερα ονομάζονται Ερκίς, Ντεβελί, Μελεντίζ και Κετσιμποϊντουράν. Ο υψηλός βαθμός διάβρωσης που έδωσε σ’ αυτήν τη στέρφα γη το σημερινό σχήμα της, έχει να κάνει με τους ισχυρότατους ανέμους, τις βροχοπτώσεις και τη δράση ποταμών και χειμάρρων.
Αλλος ένας λόγος είναι η βαρυχειμωνιά και η μεγάλη διακύμανση της θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας που προκαλούσε απότομες συστολές και διαστολές στα πετρώματα.
Τα ρέματα του Νεβσεχίρ και της Ντάσμα που πέφτουν στον ποταμό Κιζιρμάκ ευθύνονται για την όψη των φημισμένων καππαδοκικών κοιλάδων. Ειδικότερα η περιοχή μεταξύ Νύσσας και Προκοπίου όπου οι αποθέσεις ηφαιστειακής στάχτης φτάνουν σε βάθος εκατοντάδων μέτρων, έγινε το καταλληλότερο πεδίο για να μεταφερθούν με τη ροή των υδάτων σκληρότερα βράχια από μεταγενέστερες αποκολλήσεις, τα οποία σήμερα τα βλέπουμε σαν καπέλα πάνω σε σχηματισμούς μαλακότερων υλικών. Σήμερα αυτοί οι σχηματισμοί ονομάζονται καμινάδες και το συνηθέστερο πέτρωμα που τις επιστεγάζει είναι ο βασάλτης.
Αλλη μια έκπληξη που κρύβει η διάτρητη καππαδοκική γη, βρίσκεται σε δυο σημεία 20 χλμ. και 29 χλμ. νότια του Νεβσεχίρ. Πρόκειται για δύο λαβυρινθώδη συμπλέγματα από σπηλιές, στοές και πολυεπίπεδες γαλαρίες, εξ ολοκλήρου υπόγειες στο Καϊμακλί και στο Ντερινκουγιού (Μαλακοπή). Θα πρέπει να λειτούργησαν από την εποχή που οι χριστιανοί κρύβονταν στις κατακόμβες. Ωστόσο τα ευρήματα είναι μεταγενέστερα. Ανάγονται στις εποχές που ο Ηράκλειος πολεμούσε τους Πέρσες και ο Νικηφόρος Φωκάς τους Αραβες.
Στην ακμή της η υπόγεια πολιτεία στο Καϊμακλί απλωνόταν σε έκταση 2,5 τετρ. χλμ., διέθετε πάνω από 8 πατώματα έως και 50 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης και εκτιμάται ότι φιλοξενούσε πάνω από 10.000 ανθρώπους.
πηγή www.ethnos.gr
Στις χαμένες πατρίδες της Ανατολίας
Το τοπίο θυμίζει άλλον πλανήτη: ένα απέραντο οροπέδιο γεμάτο φαράγγια και αβυσσαλέα χάσματα, σπαρμένο με κούφιους παράξενους βράχους. Είναι αμέτρητοι, φαλλόσχημοι, κωδωνόσχημοι ή πυραμιδοειδείς και στέκουν επί αιώνες ακλόνητοι. Είναι ο παράδεισος του γεωλόγου, του τυμβωρύχου ή κάποιου που θα ήθελε να κρυφτεί...
Οι άνεμοι εδώ πιάνουν τρελές ταχύτητες. Κατεβαίνουν από βουνά θεόρατα σαν το Ερκίς (Αργαίος) των 3.900 μ. και το Χασάν Νταγ. Η γη είναι άγονη και η χλωρίδα όμοια με εκείνη των στεπών.
Αυτός ο θεόρατος διάτρητος βράχος
ήταν γυναικείο
μοναστήρι στα χρόνια
του Βυζαντίου και το μοναστηρι
των κοριτσιων
|
Η περιοχή της Κεντρικής Ανατολίας μεταξύ των πόλεων Ακσαράι, Νίγδη, Νεβσεχίρ και Καισάρεια ονομάζεται εδώ και 4.000 χρόνια Καππαδοκία. Ο Ελληνισμός υπάρχει εδώ, από τα χρόνια του Μεγαλέξανδρου και ξεριζώθηκε πριν από μόλις 85 χρόνια, με τις ανταλλαγές πληθυσμών που επέβαλε η συνθήκη της Λοζάνης. Μα υπάρχει ακόμη η μνήμη του κρυμμένη σε τούτα τα αλλόκοτα βράχια, καθώς όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, σ’ όποιο λαγούμι κι αν μπεις, μια αγιογραφία, μια επιγραφή, ένας σταυρός σκαλισμένος στο πέτρωμα φανερώνουν τους αιώνες που ετούτος ο τόπος αποτελούσε μια από τις πολλές ελληνικές πατρίδες.
Υπάρχει και κάτι άλλο που κάνει αυτή την περιοχή μοναδική στον κόσμο: η Καππαδοκία με την ύπαρξή της, μας διδάσκει την απόλυτη προσαρμοστικότητα του προβιομηχανικού ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον. Χωρίς αυθάδεια και έπαρση οι παλιοί κάτοικοι της περιοχής μεταμόρφωσαν αυτό το γεωλογικό θαύμα σε σπίτια, εκκλησίες, κελιά και υποστατικά. Το αλλόκοτο και το ανοίκειο που βρήκαν, σκάβοντάς το σιγά σιγά με τη σμίλη τους, το κατέστησαν ιδανικό καταφύγιο.
Οι υπόσκαφες βυζαντινές εκκλησίες
Το Γκιόρεμε (Κόραμα) βρίσκεται 10 χλμ. ανατολικά του Νεβσεχίρ (Νύσσα). Σε μικρή απόσταση από τον σημερινό οικισμό απλώνεται το ομώνυμο υπαίθριο μουσείο που αποτελεί μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Εδώ θα βρείτε τις περισσότερες και σημαντικότερες υπόσκαφες βυζαντινές εκκλησίες της Καππαδοκίας. Κτίστηκαν μεταξύ 7ου και 13ου αι. και σε αρκετές σώζεται μεγάλο μέρος του αγιογραφικού τους διάκοσμου.
Τα πλεκτά και οι δαντέλες των Τσιγγάνων είναι το
καλύτερο σουβενίρ
|
Ξεχωρίζουν η εκκλησία του Ελμαλί με τους τέσσερις κίονες και τις νωπογραφίες από ερυθρή ώχρα, μια τεχνική που απαντάται και στα μικρότερα παρεκκλήσια της Αγίας Βαρβάρας και του Αγίου Βασιλείου.
Ο ναός του Αγίου Ονουφρίου (Γιλανλί) στις νωπογραφίες του οποίου διακρίνονται οι ερημίτες άγιοι της Ορθοδοξίας και η περίφημη Μαύρη ή Σκοτεινή εκκλησιά (Καρανλίκ), που ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του ελάχιστου φωτισμού της από έναν πολύ μικρό φεγγίτη.
Η τελευταία είναι σταυροειδής και ακριβώς λόγω του σκοταδιού της, οι αγιογραφίες της διατήρησαν στο ακέραιο τους χρωματισμούς τους. Για την περιήγηση στις βραχοκλησιές του Γκιόρεμε θα χρειαστείτε τουλάχιστον 2 ώρες.
Πανοραμική άποψη του Γκιόρεμε |
Το Οργκιούπ (Προκόπι) είναι μια γραφική κωμόπολη 15.000 κατοίκων που έχει αδελφοποιηθεί με τη Λάρισα. Διαθέτει πολλά εμπορικά καταστήματα, ταβέρνες, καφενεία, υπαίθρια παζάρια και κέντρα διασκέδασης, καθώς εδώ χτυπά η καρδιά της τουριστικής κίνησης που αφορά την Καππαδοκία.
Το πλούσιο τοιχογραφημένο εσωτερικό στην εκκλησία
του Ελμαλί
|
Επισκεφτείτε το κάστρο Καντί στην κορυφή του λόφου, το Καραμανογκουλαρί τζαμί, το μαυσωλείο Αλτικαπί και τη βιβλιοθήκη του Ταχσίν Αγά. Τα περισσότερα από τα νεοκλασικά σπίτια που υπάρχουν εδώ ανήκαν κι αυτά κάποτε σε Ελληνες, όπως προκύπτει από τα οικόσημα και τις επιγραφές που σώζονται ακόμη.
Πέντε χλμ. νότια του Προκοπιού βρίσκεται το Μουσταφά Πασά (Σινασσός). Μια πολίχνη με εμφανή τα σημάδια του άλλοτε ακμάζοντος ελληνικού στοιχείου στα πολλά αρχοντικά της και στις δύο καλοδιατηρημένες εκκλησίες της.
Η τρίκλιτη βασιλική στην κεντρική αγορά είναι αφιερωμένη στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη και υπήρξε έδρα μητροπόλεως. Εξω από τον οικισμό είναι και ο υπόσκαφος ναός του Αγίου Βασιλείου, με αγιογραφίες που δυστυχώς έχουν βεβηλωθεί.
Τόπος μαρτύρων και Αγίων
Τα ασκηταριά που σμίλεψαν
στους βράχους οι Βυζαντινοί,
αργότερα μετατράπηκαν σε
κατοικίες και στάβλους |
Τον 1ο αι. μ.Χ. ο εξελληνισμός της περιοχής υπήρξε πλήρης δεδομένου ότι και οι εβραϊκές κοινότητες που ιδρύθηκαν εδώ ήταν ελληνόφωνες, γεγονός που επηρέασε καταλυτικά την αρχική εξάπλωση του Χριστιανισμού.
Στη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής, την Καισάρεια, ιδρύθηκε η πρώτη μητρόπολη της νέας θρησκείας στη Μικρά Ασία. Κι εδώ διέπρεψαν με τον βίο και την πολιτεία τους άνδρες που πέρασαν στην ιστορία ως «Μεγάλοι Καππαδόκες Αγιοι», όπως οι ιεράρχες Λεόντιος και Ευσέβιος, ο Μέγας Βασίλειος και οι κορυφαίοι μυστικοί θεολόγοι της Ορθοδοξίας, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Γρηγόριος ο Νύσσης. Σε όλο το βυζαντινό θέμα τότε, ιδρύθηκαν φιλανθρωπικά και ευαγή ιδρύματα, βιβλιοθήκες και μοναστήρια. Ταυτόχρονα οι αυτοκράτορες, εκτιμώντας την γεωστρατηγική θέση της περιοχής στην αντιμετώπιση πρώτα των Περσών και μετά των Αράβων, την κατέστησαν κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης, έκτισαν κάστρα και μοίρασαν κτήματα στους περίφημους Ακρίτες του βυζαντινού ελληνισμού.
Τζαμί στο Νεφσεχίρ, την παλιά
βυζαντινή πόλη Νύσσα
|
Μέχρι το 1924 η Καππαδοκία, εκτός από Τουρκομάνους επήλυδες, φιλοξενούσε πάρα πολλούς Ελληνες. Ακολουθούσαν οι Κούρδοι, οι Αρμένιοι, οι Εβραίοι και χριστιανοί Σύροι.
Μια αναλαμπή των ελληνικών κοινοτήτων που εκδηλώθηκε από τα μέσα του 19ου αι. χάρη στη δράση εθνικών ευεργετών όπως οι Θ. Ροδοκανάκης και Σ. Σιντόσογλου και ο μητροπολίτης Ευστάθιος, διακόπηκε βάναυσα από τους Νεότουρκους τον καιρό της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Σήμερα η Καππαδοκία κατοικείται από εκτουρκισμένους γηγενείς, Τούρκους, Κούρδους, Κιρκάσιους και Ρομά. Δεν ακούσαμε πουθενά τη λεγόμενη καππαδοκική διάλεκτο που συγγενεύει με τα ελληνικά του Πόντου.
Οταν η φύση κάνει γλυπτική
Ενας από τους αμέτρητους
βραχώδεις
σχηματισμούς που
ονομάζονται καμινάδες
|
Οι ηφαιστειολόγοι έχουν εντοπίσει τους μεγαλύτερους σβησμένους πια κρατήρες σε κορυφές που σήμερα ονομάζονται Ερκίς, Ντεβελί, Μελεντίζ και Κετσιμποϊντουράν. Ο υψηλός βαθμός διάβρωσης που έδωσε σ’ αυτήν τη στέρφα γη το σημερινό σχήμα της, έχει να κάνει με τους ισχυρότατους ανέμους, τις βροχοπτώσεις και τη δράση ποταμών και χειμάρρων.
Αλλος ένας λόγος είναι η βαρυχειμωνιά και η μεγάλη διακύμανση της θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας που προκαλούσε απότομες συστολές και διαστολές στα πετρώματα.
Τα ρέματα του Νεβσεχίρ και της Ντάσμα που πέφτουν στον ποταμό Κιζιρμάκ ευθύνονται για την όψη των φημισμένων καππαδοκικών κοιλάδων. Ειδικότερα η περιοχή μεταξύ Νύσσας και Προκοπίου όπου οι αποθέσεις ηφαιστειακής στάχτης φτάνουν σε βάθος εκατοντάδων μέτρων, έγινε το καταλληλότερο πεδίο για να μεταφερθούν με τη ροή των υδάτων σκληρότερα βράχια από μεταγενέστερες αποκολλήσεις, τα οποία σήμερα τα βλέπουμε σαν καπέλα πάνω σε σχηματισμούς μαλακότερων υλικών. Σήμερα αυτοί οι σχηματισμοί ονομάζονται καμινάδες και το συνηθέστερο πέτρωμα που τις επιστεγάζει είναι ο βασάλτης.
Αλλη μια έκπληξη που κρύβει η διάτρητη καππαδοκική γη, βρίσκεται σε δυο σημεία 20 χλμ. και 29 χλμ. νότια του Νεβσεχίρ. Πρόκειται για δύο λαβυρινθώδη συμπλέγματα από σπηλιές, στοές και πολυεπίπεδες γαλαρίες, εξ ολοκλήρου υπόγειες στο Καϊμακλί και στο Ντερινκουγιού (Μαλακοπή). Θα πρέπει να λειτούργησαν από την εποχή που οι χριστιανοί κρύβονταν στις κατακόμβες. Ωστόσο τα ευρήματα είναι μεταγενέστερα. Ανάγονται στις εποχές που ο Ηράκλειος πολεμούσε τους Πέρσες και ο Νικηφόρος Φωκάς τους Αραβες.
Στην ακμή της η υπόγεια πολιτεία στο Καϊμακλί απλωνόταν σε έκταση 2,5 τετρ. χλμ., διέθετε πάνω από 8 πατώματα έως και 50 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης και εκτιμάται ότι φιλοξενούσε πάνω από 10.000 ανθρώπους.
πηγή www.ethnos.gr